ἡλίκον

ἡλίκον
сколь малый
сколь большую

Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.

Игры ⚽ Поможем написать реферат

Смотреть что такое "ἡλίκον" в других словарях:

  • ἡλίκον — ἡλίκος as big as masc acc sg ἡλίκος as big as neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • μελιταίος — α, ο (Α μελιταῑος, α, ον) [Μελίτη] 1. αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο νησί Μελίτη, δηλ. τη Μάλτα, ή αυτός που προέρχεται από το νησί Μελίτη («ἡ δ ἴκτις ἐστὶ μὲν τὸ μέγεθος ἡλίκον Μελιταῑον κυνίδιον τῶν μικρῶν», Αριστοτ.) 2. (το αρσ. και θηλ. ως …   Dictionary of Greek


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»